dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ανόμοιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
unähnlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ανόμοιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ungleich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ανόμοιος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
verschieden
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)