dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
διαπασών
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lautstärke
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ένταση ήχου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lautstärke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ένταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lautstärke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ηχηρότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lautstärke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ακουστική στάθμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Lautstärke
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)