dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
dünn
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
fein
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schlank
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zierlich
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mager
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schmal
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schmächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feinfühlig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gelinde
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
empfindlich
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feinsinnig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schrill
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heikel
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
taktvoll
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
λεπτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zart
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)