dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entdecken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
herausfinden
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erblicken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
enthüllen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erkunden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erspähen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
finden
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auffinden
Ⓦ
Ⓖ
…