dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
αντιπροσωπεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εκπροσωπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αντικαθιστώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αντικατασταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αναπληρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εκπροσωπούμενος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vertreten
Ⓦ
Ⓖ
…