dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
σούπερ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Super
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
σούπερ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Superbenzin
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)