dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
stark
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mächtig
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsstark
Ⓦ
Ⓖ
…
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
heftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kräftig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
wirkungsvoll
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
potent
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ισχυρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
leistungsfähig
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)