dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
περιλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einschließen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
περιλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umfassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
περιλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
enthalten
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beinhalten
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
Ρήμα
συμπεριλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einbeziehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμπεριλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erfassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμπεριλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
involvieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιλαμβάνω στην ασφάλιση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mitversichern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμπεριλαμβάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zusammenfassen
Ⓦ
Ⓖ
…