dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
καταφέρνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φθάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πετυχαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φτάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κατορθώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προλαβαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προφταίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
αποκορυφώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
den Höhepunkt erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μεταρσιώνομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
höhere Sphären erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προλαβαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rechtzeitig erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προκάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rechtzeitig erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προσφέρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
überreichen
Ⓦ
Ⓖ
…