dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
οδηγώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
διαδικασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ενεργώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
προπορεύομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
συμβαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
δραστηριότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπαίνω μπροστά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πρακτική
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προχωρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τρέχω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προβαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorgehen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)