dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
περιπλανώμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umherirren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιπλανώμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schweifen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
περιπλανώμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
streifen
Ⓦ
Ⓖ
…