dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ζύμη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Paste
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πάστα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Paste
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
πάστα χαλκού
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Kupferpaste
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
παστέλ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pastellfarbe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παστερίωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pasterisierung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
πίττα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pastete
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πίτα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Pastete
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παστερίωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pasteurisation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παστερίωση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Pasteurisieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
παστεριώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pasteurisieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
παστεριωμένο γάλα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
pasteurisierte Milch
Ⓦ
Ⓖ
…