dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
απέχω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abstehen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
μπαγιατεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abstehen
Ⓦ
Ⓖ
…