dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einführen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
lancieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auf den Markt bringen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
in Gang bringen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
λανσάρω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
in Gang setzen
Ⓦ
Ⓖ
…