dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
έρπω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
robben
Ⓦ
Ⓖ
…
πτερυγιόποδα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Robben
Ⓦ
Ⓖ
…