dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
einschlagen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erreichen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
glücken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erfolgreich sein
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτυγχάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
erzielen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)