dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
αλλάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tauschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
γελώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
εξαπατώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παραπλανώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανταλλάζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tauschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανταλλάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tauschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλανιέμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αντικαθιστώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
tauschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
απατώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεγελώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
πλανεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
täuschen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)