dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ουσιαστικό
η
κατολίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ολίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
η
κατολίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bergrutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
κατολίσθηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Erdrutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
καθίζηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Erdrutsch
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
τσουλήθρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rutschbahn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
τσουλήθρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Rutsche
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
γλιστρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ολισθαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
τσουλώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
γλίστρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Rutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
κάνω τσουλήθρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ολισθηρός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
γλιστερός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschig
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
γλιστρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
rutschig sein
Ⓦ
Ⓖ
…