dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
μπετόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beton
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μπετό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Beton
Ⓦ
Ⓖ
…
!
σκυρόδεμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Beton
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)