dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
αποικίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kolonisieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αποικώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
kolonisieren
Ⓦ
Ⓖ
…