dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ταξινομώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χωρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαρθρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
gliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
ενσωματώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
angliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προσαρτώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
angliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
διαμελίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufgliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εντάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
eingliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εντάσσομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich eingliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαιρούμαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich gliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χωρίζομαι
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
sich gliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αναδιαρθρώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
umgliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
αναλύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zergliedern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
διαμελίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zergliedern
Ⓦ
Ⓖ
…