dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
διαπιστώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αναγνωρίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ανακαλύπτω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
εξακριβώνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
καθορίζω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
συμπεραίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
feststellen
Ⓦ
Ⓖ
…