dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
χαρά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Entzücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
γοητεύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entzücken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
έκσταση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Entzücken
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
θέλγω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
entzücken
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)