dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
aufweisen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ausweisen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
demonstrieren
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
prangen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorführen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zeigen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιδεικνύω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
zur Schau stellen
Ⓦ
Ⓖ
…