dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
Ρήμα
επιτάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auffordern
Ⓦ
Ⓖ
…
!
επιτάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
beschlagnahmen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
oktroyieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorschreiben
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
επιτάσσω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
anordnen
Ⓦ
Ⓖ
…