dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schwatzen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
plappern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
plaudern
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
quatschen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
faseln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schwadronieren
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
schwafeln
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φλυαρώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
palavern
Ⓦ
Ⓖ
…