dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ανάπτυξη προσωπικότητας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Persönlichkeitsentfaltung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ανάπτυξη προσωπικότητας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Persönlichkeitsentwicklung
Ⓦ
Ⓖ
…