dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
ξεθυμαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
παραλείπω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
ξεσπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
χάνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
φαρδύνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
φαρδαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
αφήνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ρήμα
το ρίχνω έξω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die Sau rauslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεθυμαίνω
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
seine Wut auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
ξεσπώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
seinen Ärger auslassen
Ⓦ
Ⓖ
…