dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
τοκομερίδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Dividende
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τοκομερίδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Coupon
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τοκομερίδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kupon
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
τοκομερίδιο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Zinsschein
Ⓦ
Ⓖ
…