dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
το
ντίζελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Diesel
Ⓦ
Ⓖ
…
ντίζελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Dieselkraftstoff
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
το
ντίζελ βιολογικής προέλευσης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Biodiesel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
το
κινητήρας ντίζελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dieselmotor
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
μηχανή ντίζελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dieselmotor
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πετρέλαιο ντίζελ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Dieselöl
Ⓦ
Ⓖ
…