dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
ο
πλουραλισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pluralismus
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
πολυαρχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Pluralismus
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)