dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
πελάτης δικηγόρου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mandant
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
πελάτης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Mandant
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
εντολέας
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Mandant
Ⓦ
Ⓖ
…
εντολέας δικηγόρου
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Mandant
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)