dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
!
γκρεμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Klippe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
γκρεμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Abgrund
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
γκρεμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Absturz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
γκρεμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Kliff
Ⓦ
Ⓖ
…