dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
αποβολή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ausschluss
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
ο
αποκλεισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ausschluss
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
εξαίρεση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ausschluss
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Ουσιαστικό
ο
αποκλεισμός εκχώρησης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Abtretungsausschluss
Ⓦ
Ⓖ
…
αποκλεισμός από διεθνή οργανισμό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ausschluss aus einer internationalen Organisation
Ⓦ
Ⓖ
…
!
αποκλεισμός από προτιμησιακή μεταχείριση ΕΚ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Ausschluss von der EG-Behandlung
Ⓦ
Ⓖ
…