dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
χορωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Chor
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χορωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Choral
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χορωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Chorgesang
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
χορωδία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Sängerchor
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)