dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ρίζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Wurzel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ρίζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
τα
ριζά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bergfuß
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ρίζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Stamm
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)