dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
καταιγισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Salve
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ομοβροντία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Salve
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ριπή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Salve
Ⓦ
Ⓖ
…