dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
μαμή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hebamme
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
μαία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Hebamme
Ⓦ
Ⓖ
…