dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Brezel
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Ring
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Rettungsring
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Null
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Klosettbrille
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Kringel
Ⓦ
Ⓖ
…
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Rolle
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Brautkranz
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κουλούρα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Brotring
Ⓦ
Ⓖ
…