dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
κινητοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aktion
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
κινητοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Mobilisierung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κινητοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Aufbietung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
κινητοποίηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Einsatz
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)