dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Idee
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ahnung
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Eindruck
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Gedanke
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Ansicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Begriff
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Einfall
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vorstellung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
ιδέα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Meinung
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)