dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
θητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Militärdienst
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Dienst
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Amtstätigkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
θητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Amtszeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
θητεία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Wehrdienst
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)