dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
επισημότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Feierlichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επισημότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Vornehmheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
επισημότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Förmlichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επισημότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Maßgeblichkeit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
επισημότητα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Echtheit
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)