dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
ποινή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Strafe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
κολασμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Strafe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
πρόστιμο
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Strafe
Ⓦ
Ⓖ
…
!
τιμωρία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Strafe
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)