dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ουσιαστικό
η
άγνοια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unwissenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αδαημοσύνη
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unwissenheit
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
η
αμάθεια
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
die
Unwissenheit
Ⓦ
Ⓖ
…