dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Ρήμα
προειδοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
warnen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
προειδοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
abmahnen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
προειδοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
ermahnen
Ⓦ
Ⓖ
…
Ρήμα
προειδοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
mahnen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ρήμα
προειδοποιώ
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
vorher benachrichtigen
Ⓦ
Ⓖ
…