dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
μεικτός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
brutto
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ακαθάριστος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Brutto-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ακαθάριστο εισόδημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Bruttoeinkommen
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μικτό εισόδημα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bruttogehalt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
μικτό βάρος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Bruttogewicht
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ακαθάριστο κέρδος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Bruttogewinn
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ακαθάριστο εγχώριο προϊόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bruttoinlandsprodukt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ακαθάριστο περιφερειακό προϊόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bruttoregionalprodukt
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ακαθάριστο εθνικό προϊόν
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Bruttosozialprodukt
Ⓦ
Ⓖ
…