dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
ριζικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
Ουσιαστικό
η
ρίζα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
άρδην
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
το
ριζικό
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
das
Radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
ριζοσπαστικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίρρημα
ριζικά
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
radikal
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
ριζικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Radikal-
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ριζοσπάστης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Radikale
Ⓦ
Ⓖ
…
!
ριζοσπαστικό κόμμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
radikale Partei
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ριζοσπάστης
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Radikaler
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Ουσιαστικό
ο
ριζοσπαστισμός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
der
Radikalismus
Ⓦ
Ⓖ
…