dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
κοινοβουλευτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
βουλευτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(−)
!
Επίθετο
αντικοινοβουλευτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
antiparlamentarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
Επίθετο
εξωκοινοβουλευτικός
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
außerparlamentarisch
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική ψηφοφορία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Abstimmung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική ερώτηση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Anfrage
Ⓦ
Ⓖ
…
κοινοβουλευτική διπλωματία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Diplomatie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
βουλευτική ασυλία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Immunität
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτικός έλεγχος
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Kontrolle
Ⓦ
Ⓖ
…
κοινοβουλευτική μοναρχία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Monarchie
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική έρευνα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Untersuchung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική συνέλευση
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarische Versammlung
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική επιτροπή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarischer Ausschuss
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτικό πολίτευμα
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarisches System
Ⓦ
Ⓖ
…
!
κοινοβουλευτική διαδικασία
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
parlamentarisches Verfahren
Ⓦ
Ⓖ
…