dict.gr · Ελληνικό/Γερμανικό Λεξικό
Επίθετο
πολυμερής
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
polymer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
πολυμερές
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Polymer
Ⓦ
Ⓖ
…
!
πολυμερή
Ⓦ
Ⓖ
Ⓝ
Polymer
Ⓦ
Ⓖ
…
Εν μέρει αντιστοιχίες
(+)